H έναρξη της Επανάστασης - Πελοπόννησος

2020-03-23

Στην Πελοπόννησο γίνονταν προετοιμασίες για την Επανάσταση από το 1818 με την κατήχηση στη Φιλική Εταιρεία ηγετικών προσωπικοτήτων όπως ο επίσκοπος Π.Πατρών Γερμανός, ο Ι. Παπαδιαμαντόπουλος, ο Π. Αρβάλης και άλλοι. Οι δραστηριότητες για την οργάνωση πολιτικής Επιτροπής και τη συγκέντρωση χρημάτων γινόταν υπό το πρόσχημα της ίδρυσης κάποιας «επιστημονικής σχολής». Το ίδιο πρόσχημα χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και στη Βλαχία. Μυημένος στο εγχείρημα ήταν και ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε' ο οποίος σε επιστολές του προς τον Πετρόμπεη και τους καπετάνους της Μάνης επαινεί τη συγκρότηση «ελληνομουσείου». Σώζεται ιδιόγραφος κατάλογος του Γερμανού με τα ονόματα των προεστών και τις συνεισφορές τους υπέρ της «κοινής επιστημονικής σχολής». Ο Γερμανός και ο Γ. Σισίνης συνεισφέρουν το ετήσιο εισόδημα δύο ακινήτων. Το θέμα της δημιουργίας κοινού ταμείου συζητήθηκε και στην μυστική συνέλευση της Βοστίτσας στα τέλη Ιανουαρίου 1821. Λόγω αυτών των ενεργειών, ο ερευνητής της ιστορίας της Πελοποννήσου Τάσος Γριτσόπουλος θεωρεί μύθο τη λεγόμενη διστακτικότητα των προκρίτων για συμμετοχή στην Επανάσταση.[55] Και νεώτερες μελέτες (αρχές 21ου αιώνα) δείχνουν ότι παρά τις διαφωνίες, στη Βοστίτσα έγινε αποδεκτό το σχέδιο που είχε εκπονηθεί στη Βλαχία, δηλαδή έναρξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο με την άφιξη του Αλ. Υψηλάντη στη Μάνη.[56]

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Την 1 Μαρτίου ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό τη Μάνη, μετά από ενέργειες του Φιλικού Ξάνθου, ένα πλοίο φορτωμένο με όπλα και προκηρύξεις για την εξέγερση. Το πλοίο αυτό κατέπλευσε περί τα μέσα Μαρτίου κρυφά στο Λιμένι Οιτύλου, ή κατ΄ άλλους στις Κιτριές Μεσσηνίας απ΄ όπου και παρελήφθη ασφαλώς το φορτίο του. Η δε είδηση της εξέγερσης στη Μολδοβλαχία είχε ήδη προηγηθεί. Από το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου όλη η ανατολική Μάνη είχε τεθεί σε εμπόλεμη κατάσταση, όπως αυτό μαρτυρείται από σχετικό έγγραφο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1821. αναφερόμενος στα ορδία (στρατόπεδα) που είχαν συγκροτηθεί στο Μαραθονήσι (Γύθειο), υπό τους Γρηγοράκηδες.[57][58][59] Αυτή είναι και η πρώτη επιστράτευση Ελλήνων του κυρίως ελλαδικού χώρου στον Αγώνα του 1821. Ο Φωτάκος αναφέρει ότι οι Έλληνες που κατέρχονταν στην Ελλάδα από τη Ρωσία και την Κωνσταντινούπολη διέδιδαν ως ημέρα έναρξης της επανάστασης την 25 Μαρτίου [60].

Ο Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας.

Την 20η Μαρτίου 1821 στον Ι.Ν.Αγίου Γεωργίου στο Παλούμπα στη γενέτειρα του Δημητρίου Πλαπούτα, κηρύχτηκε επίσημα η Επανάσταση στη Γορτυνία υπό των Δημητρίου Πλαπούτα και Θ.Κολοκοτρώνη, όπως μαρτυρείται εκτός άλλων στο έργο του Τ.Κανδηλώρου "Η ΓΟΡΤΥΝΙΑ" 1898.[61]

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας σημειώθηκε επίθεση εναντίον ανθρώπων του Τούρκου διοικητή (Βοεβόδα) των Καλαβρύτων Ιμπραήμ πασά Αρναούτογλου, που ανήσυχος εξαιτίας των γεγονότων που προηγήθηκαν ξεκίνησε με ολόκληρη τη φρουρά του για την Τριπολιτσά. Αυτά τα μεμονωμένα περιστατικά θα θεωρούνταν απλώς ληστρικές και όχι επαναστατικές ενέργειες αν δεν είχαν συνέχεια.[92]
Την ίδια άποψη εκφράζει και ο Απ. Δασκαλάκης που αναφέρει ότι τέτοιες ενέργειες ήταν συνηθισμένες κατά την τουρκοκρατία. [93]
Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς. Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμεν τὴν ἐπανάστασιν [...]. 
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα[103] 

Η Πύλη θεωρούσε πρωταρχικό θέμα την αντιμετώπιση της ανταρσίας του Αλή πασά, αλλά ανησυχούσε σοβαρά από τις φήμες και τις καταγγελίες των Άγγλων για εξέγερση στο Μοριά. Λίγο μετά την εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, αλλά όχι εξαιτίας της, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κάλεσαν τους προεστούς του Μοριά με πρόσχημα την συνηθισμένη κοινή ετήσια σύσκεψη, με στόχο όμως να τους κρατήσουν ομήρους. Οι περισσότεροι προεστοί ήταν διστακτικοί και δεν πήγαν. Ὀσοι πήγαν εκτελέστηκαν αργότερα, άλλοι με το ξέσπασμα της επανάστασης, άλλοι λίγες μέρες πριν την Άλωση της Τριπολιτσάς και άλλοι πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές.

Στα μέσα Μαρτίου 1821 ο Παπαφλέσσας είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των περιοδειών του στην Πελοπόννησο και βρισκόταν μαζί με τον Αναγνωσταρά στη Μεσσηνία, περιοχή για την οποία είχε ταχθεί υπεύθυνος από την Φιλική Εταιρεία. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης στο χώρο ευθύνης του, τη Μάνη. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν κρυμμένος στην Πάτρα, έτοιμος να αναλάβει δράση. Άλλοι Φιλικοί ήταν σε διάφορους χώρους ευθύνης ο καθένας. Παρά τις αμφιβολίες των προεστών, το κλίμα στην Πελοπόννησο ήταν έντονα επαναστατικό και ένας σπινθήρας έλειπε για την μεγάλη έκρηξη.

Σύμφωνα με το θρύλο της Αγίας Λαύρας η επανάσταση κηρύχθηκε στην Αγία Λαύρα Καλαβρύτων όταν στις 25 Μαρτίου 1821 ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της Αγίας Λαύρας και όρκισε σε αυτό τους αγωνιστές.[2][62] Καταγράφηκε ως γεγονός από ορισμένους σύγχρονους της Επανάστασης καθώς και σε μεταγενέστερες μελέτες και σχολικά εγχειρίδια, απεικονίστηκε σε διάσημο πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη[63] και απέκτησε σημαντική θέση στην επίσημη ελληνική εθνική αφήγηση, καθώς συσχέτιζε τη θρησκεία με την επανάσταση και ταύτισε την εθνική και θρησκευτική ταυτότητα.[64] Η αλήθειά του αμφισβητήθηκε από το 19ο αιώνα[65] και πολλοί ιστορικοί το θεωρούν φανταστικό γεγονός.[2][62] Ο ίδιος ο Γερμανός δεν αναφέρει τη σκηνή στα απομνημονεύματά του, που συνέγραφε σχεδόν συγχρόνως με τα γεγονότα ή το αργότερο μέχρι το θανατό του το 1826.[66][67] Ωστόσο, στα απομνημονεύματα αυτά, που έμειναν ημιτελή[68], παρατηρείται μια ξηρότητα και πολλές παραλείψεις, όπως π.χ. δεν γράφει τίποτε και για την ύψωση της επαναστατικής σημαίας από τον ίδιο στην Πάτρα, ίσως για να μη θεωρηθεί δοξομανής ή ίσως γιατί δεν το θεώρησε σημαντικό.[69] Από τους απομνημονευματογράφους της Επανάστασης το αναφέρει μόνο ο Κανέλλος Δεληγιάννης, που συνέγραψε τα απομνημονεύματά του πολύ αργότερα και φέρεται ότι προσπάθησε να συνδέσει με την Αγία Λαύρα την ιδιαίτερη πατρίδα του,[2] ενώ ο Μιχαήλ Οικονόμου αναφέρει γενικά ότι σε όλες τις επαρχίες της Πελοποννήσου η ύψωση της σημαίας τους Σταυρού έγινε την 25 Μαρτίου.[70] Η άποψη περί θρύλου υποστηρίζει ότι η δημιουργία του οφείλεται στον Γάλλο πρόξενο Φρανσουά Πουκεβίλ, που το 1824 συνέθεσε μια φανταστική λεπτομερή εξιστόρηση του περιστατικού στη γεμάτη υπερβολές και ακούσια ή εκούσια λάθη Ιστορία του,[2][3] και, σύμφωνα με τον ιστορικό Βασίλη Κρεμμυδά, διοχέτευε στο γαλλικό τύπο ό,τι του έστελνε ο Γερμανός.[71] Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο πυρήνας του θρύλου διασώζει κάποια ιστορική αλήθεια, βασιζόμενοι σε προσωπικά αρχεία αγωνιστών και ιεραρχών του 1821, που ισχυρίζονται ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός τέλεσε δοξολογία στις 17 Μαρτίου στην Αγία Λαύρα και όρκισε κοτζαμπάσηδες και επισκόπους του Μωριά, που βρίσκονταν εκεί για τον εορτασμό του Αγίου Αλεξίου. Στα απομνημονεύματα του Παλαιού Πατρών Γερμανού αναφέρεται ότι "οι [...] συσκεφθέντες αποφάσισαν να μην δώσουν αιτίαν τινά, αλλά ως πεφοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη". Είναι σίγουρο ότι οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από την Αγία Λαύρα στις 17 Μαρτίου έχοντας γνώση της επικείμενης έναρξης της επανάστασης.[72]

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Ανεξαρτησίας

Το 1820 είχε οριστεί ως ημέρα έναρξης της επανάστασης από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη η 25η Μαρτίου.[73][74][75] Είχε μάλιστα επιλεγεί ακριβώς επειδή είναι η ημέρα του Ευαγγελισμού.[76] Παρ' ότι για διάφορους λόγους η επανάσταση είχε ήδη αρχίσει στη Μολδοβλαχία και ξέσπασε νωρίτερα σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου, σε ορισμένες περιοχές άρχισε ακριβώς την προκαθορισμένη ημερομηνία με τις πολιορκίες των κάστρων, με εξέγερση ή τελετουργικά.[77][78] [79] [80] Την έναρξη της εκστρατείας από την Καλαμάτα προς την Τριπολιτσά την 25 Μαρτίου αναφέρει ο Νικηταράς στην πολύ περιληπτική διήγησή του.[81] και ο Φραντζής με περισσότερες λεπτομέρειες.[82]

Κανέλλος Δεληγιάννης

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας σημειώθηκε επίθεση εναντίον ανθρώπων του Τούρκου διοικητή (Βοεβόδα) των Καλαβρύτων Ιμπραήμ πασά Αρναούτογλου, που ανήσυχος εξαιτίας των γεγονότων που προηγήθηκαν ξεκίνησε με ολόκληρη τη φρουρά του για την Τριπολιτσά. Αυτά τα μεμονωμένα περιστατικά θα θεωρούνταν απλώς ληστρικές και όχι επαναστατικές ενέργειες αν δεν είχαν συνέχεια.[92]
Την ίδια άποψη εκφράζει και ο Απ. Δασκαλάκης που αναφέρει ότι τέτοιες ενέργειες ήταν συνηθισμένες κατά την τουρκοκρατία. [93]
Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς. Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμεν τὴν ἐπανάστασιν [...]. 
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα[103] 

Στην Πελοπόννησο ορισμένοι προεστοί και αρχηγοί μεγάλων οικογενειών πρότειναν να μετατεθεί η κήρυξη της Επανάστασης για μετά το Πάσχα (10 Απριλίου 1821) διότι έβλεπαν ότι ήταν ανέτοιμοι ενώ ταυτόχρονα οι Τούρκοι κρατούσαν δικούς τους ανθρώπους ομήρους στην Τριπολιτσά. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης έγραψε στους ευρισκόμενους στην Αγία Λαύρα "να μήν κάμουν κίνημα διότι απόλλυνται οι εισελθόντες εις Τριπολιτσάν. Και ούτος δε και άλλοι από τους συγγενείς και οικειους των δεν ήθελον να γενή επανάστασις, διότι εφοβούντο μη σφάξωσι οι Τούρκοι και εκείνους και όλους τους εκεί ευρισκομένους Χριστιανούς".[83] Ο Φραντζής προσθέτει ότι λόγος αναβολής ήταν και η παντελής έλλειψη πολεμοφοδίων.[84] Ο Δεληγιάννης αναφέρει ότι εν όψει αυτής της κατάστασης "οι συναχθέντες εις την Αγίαν Λαύραν, βλέποντες το μέγεθος του κινδύνου και των εκτάκτων εκείνων περιστατικών ... απεφάσισαν να διαλυθούν και να απέλθουν", ελπίζοντας ότι το Πάσχα οι Τούρκοι θα απελευθέρωναν τους ομήρους.

Ενώ κάποιοι πρόκριτοι δίσταζαν αρχικά να εξεγερθούν, σε περιοχές της Πελοποννήσου και της Στερεάς διάφορες ένοπλες ομάδες, ενίοτε με τις οδηγίες άλλων προκρίτων, πραγματοποίησαν επιθέσεις εναντίον των Οθωμανών, συνήθως με ενέδρες. Κατά ορισμένες απόψεις αυτό έγινε για να εκβιάσουν την έναρξη της επανάστασης.[43] Κατ' άλλους αυτές ήταν κοινές ληστρικές ενέργειες επειδή κάποιοι ανέμεναν ότι σε λίγο θα γινόταν πόλεμος και δεν θα υπήρχε εξουσία να τους τιμωρήσει, και δεν θεωρούνται κήρυξη επανάστασης. Ο Τρικούπης χαρακτηρίζει αυτά τα περιστατικά "μη επαναστατικά" και ο Οικονόμου "μεμονωμένα και άσχετα". Ως τέτοια τα αντελήφθησαν και οι Τούρκοι.

Επιθέσεις εναντίον Τούρκων έγιναν το δεκαήμερο μεταξύ 14-25 Μαρτίου σε διαφορετικά σημεία στο Μωριά. Πρώτος ο Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης, αγνοώντας τις ατέρμονες συνελεύσεις των προεστών στην Αγία Λαύρα, μαζί με τον Αναγνώστη Κορδή και άλλους κλέφτες, στις 14 Μαρτίου 1821 έστησαν ενέδρα και χτύπησαν στην τοποθεσία «Πόρτες» κοντά στο χωριό Αγρίδι τρεις "γυφτοχαρατσήδες" (εισπράκτορες του χαρατσιού) και τρεις ταχυδρόμους που μετέφεραν επιστολές του Καϊμακάμη της Τριπολιτσάς Μεχμέτ Σαλίχ στον Χουρσίτ πασά στα Ιωάννινα, κατόπιν παροτρύνσεως του Σωτήρη Χαραλάμπη. Στις 16 Μαρτίου 1821, με τις οδηγίες του Ασημάκη Ζαΐμη, προεστού των Καλαβρύτων, του Ασημάκη Φωτήλα και του επισκόπου Καλαβρύτων Προκοπίου, δύο κλέφτες τους οποίος ο πρώτος είχε κατηχήσει στην υπόθεση της Επανάστασης, ο Γιάννης Χοντρογιάννης και ο Πετιώτης, επιτέθηκαν στην τοποθεσία «Χελωνοσπηλιά» της Λυκούριας εναντίον του φοροεισπράκτορα Λαλαίου Τουρκαλβανού Σεϊδή, που μετέφερε μαζί με τον καταγόμενο από τη Βυτίνα «σαράφη» (τραπεζίτη) Νικόλαο Ταμπακόπουλο, χρεόγραφα από την Κερπινή Καλαβρύτων στην Τριπολιτσά.[88] Από ορισμένους αυτό θεωρείται τυπική περίπτωση ληστείας. Μετά την Επανάσταση οι Χονδρογιανναίοι που έκαναν την επίθεση καταδικάστηκαν για ληστεία. Ο Τρικούπης ισχυρίζεται ότι τα χρήματα της ληστείας προορίζονταν για τον Αγώνα, αλλά πιστεύεται ότι αν ίσχυε αυτό δεν θα καταδικάζονταν.[89] Ο Φραντζής πιστεύει ότι η επίθεση έγινε "διότι ο ανόητος ενθουσιασμός ήτον εξηπλωμένος και εκεί",[90] ενώ ο Σπηλιάδης αναφέρει ως εκδοχή ότι έγινε για να ωφεληθούν οι προεστοί οφειλέτες του Ταμπακόπουλου οι οποίοι είχαν πάρει δάνεια από αυτόν.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας σημειώθηκε επίθεση εναντίον ανθρώπων του Τούρκου διοικητή (Βοεβόδα) των Καλαβρύτων Ιμπραήμ πασά Αρναούτογλου, που ανήσυχος εξαιτίας των γεγονότων που προηγήθηκαν ξεκίνησε με ολόκληρη τη φρουρά του για την Τριπολιτσά. Αυτά τα μεμονωμένα περιστατικά θα θεωρούνταν απλώς ληστρικές και όχι επαναστατικές ενέργειες αν δεν είχαν συνέχεια.
Την ίδια άποψη εκφράζει και ο Απ. Δασκαλάκης που αναφέρει ότι τέτοιες ενέργειες ήταν συνηθισμένες κατά την τουρκοκρατία. 

Ο Αρναούτογλου, όταν πληροφορήθηκε όσα συνέβησαν, έντρομος έσπευσε να κλειστεί μαζί με τους υπόλοιπους Τούρκους στους τρεις οχυρούς πύργους των Καλαβρύτων. Στις 21 Μαρτίου 1821, 650 ένοπλοι αγωνιστές με αρχηγούς τον Σωτήρη Χαραλάμπη, τον Α. Φωτήλα, τον Σωτήρη Θεοχαρόπουλο, τον Ιωάννη Παπαδόπουλο, τον Νικόλαο Σολιώτη και τους Πετιμεζαίους επιτέθηκαν εναντίον των Τούρκων που είχαν καταφύγει στους πύργους και τους ανάγκασαν να παραδοθούν.[94] Παρά το γεγονός ότι η παράδοση έγινε με τον όρο της ασφάλειας των Τούρκων, οι περισσότεροι άνδρες σφαγιάστηκαν, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά δόθηκαν ως σκλάβοι ή έγιναν υπηρέτες σε σπίτια Ελλήνων.[95] Αυτή ήταν η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης. Παράλληλα, ξεσηκώθηκε η Πάτρα από τους Φιλικούς Παναγιώτη Καρατζά, Βαγγέλη Λειβαδά και Ν. Γερακάρη αναγκάζοντας τους Μουσουλμάνους να κλειστούν στο φρούριό της. Οι εξεγερμένοι Πατρινοί ζήτησαν βοήθεια από τους προκρίτους που από την Αγία Λαύρα είχαν καταφύγει σε «ασφαλή μέρη» και αυτοί προέβησαν σε στρατολόγηση και κατέβηκαν να συμβάλλουν στην πολιορκία.

Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης

Στην έναρξη του αγώνα το σύνολο των ένοπλων δυνάμεων προερχόταν από τους κλέφτες και τους αρματολούς της προεπαναστατικής περιόδου· αυτοί θα αποτελούσαν το κυριότερο τμήμα των επαναστατικών δυνάμεων σε όλη τη διάρκεια της επανάστασης.

Το πρώτο επαναστατικό στρατόπεδο συγκροτήθηκε στη Βέρβαινα στις 25 Μαρτίου, από τον Αναγνώστη Κοντάκη με πολεμιστές από τον Άγιο Πέτρο, τα Δολιανά, καμπίσιους Τριπολιτσιώτες, και από τους επ. Βρεσθένης Θεοδώρητο και τον Π. Βαρβιτσιώτη. Εκεί σταδιακά συγκεντρώθηκαν οπλαρχηγοί και πολεμιστές από διάφορα μέρη και εκεί οργανώθηκε και η πρώτη μονάδα εφοδιασμού ("φροντιστήριο" κατά τον Φωτάκο).

Στη Μάνη[6] η επανάσταση κινητοποιήθηκε από τους Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά και Κεφάλα. Ο Κολοκοτρώνης έφτασε εκεί τις 6 Ιανουαρίου και ετοίμαζε τον ξεσηκωμό της Μάνης, πρώτης απ' όλες τις περιοχές της Πελοποννήσου ώστε να δώσει το παράδειγμα, για την 25 Μαρτίου. Φιλοξενήθηκε από τον πατρικό του φίλο Παναγιώτη Μούρτζινο και μέχρι στις 22 Μαρτίου φρόντιζε για κατάπαυση των αντιζηλιών που υπήρχαν ανάμεσα στις οικογένειες τοπικών προυχόντων. Μετά έστειλε ανθρώπους σε διάφορες επαρχίες της Πελοποννήσου με την ειδοποίηση "την ημέρα του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθεί εναντίον των Τούρκων των τοπικών, και να τους πολιορκήσουν εις τα διάφορα φρούρια".[99][100][101] Εξοπλίστηκαν 2.000 Μανιάτες και Μεσσήνιοι με πολεμοφόδια που είχαν σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης και είχαν φτάσει εκεί με καράβια. Αυτές οι κινήσεις προκαλούσαν τις υποψίες των Τούρκων κάνοντας τους Μανιάτες να κινηθούν ενωρίτερα. Στις 23 Μαρτίου απελευθερώθηκε η Καλαμάτα. Στις 24 Μαρτίου μαζεύτηκαν στα περίχωρα της Καλαμάτας γύρω στους 5.000 Έλληνες για να πάρουν την ευλογία της Εκκλησίας και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Φωκίδα στη Ρούμελη.

Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς. Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμεν τὴν ἐπανάστασιν [...]. 
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα

Στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή γερουσία και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τοποθετήθηκε επικεφαλής της. Πρώτη πράξη της νέας εξουσίας ήταν να στείλει έγγραφο προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους και αυτό το έγγραφο ήταν και η πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επανάστασης. Στην Πάτρα ιδρύθηκε το Αχαϊκό διευθυντήριο, από τους προεστούς Ανδρέα Λόντο και Χαραλάμπη, τον Παπαδιαμαντόπουλο και το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό, που στις 26 Μαρτίου επέδωσε στους ξένους διπλωμάτες που βρίσκονταν στην Πάτρα επαναστατική διακήρυξη.

Η μελέτη των πρώτων γεγονότων της Επανάστασης δείχνει ότι οι προεστοί είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Μαζί με τους παλιούς κλέφτες και τους οπλαρχηγούς των περιοχών τους έκαναν τις πρώτες επιθέσεις κατά των Τούρκων και έδωσαν το έναυσμα για την Επανάσταση.

πηγή: wikipedia

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε